Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Επικίνδυνες σχέσεις

Η μαμά είχε πάντα γύρω της αυλή. Οι αυλικοί, είναι κουσκουσιάρικα πλασματάκια που πουλάνε εκδουλεύσεις, πληροφορίες και τη μάνα τους ακόμα, προκειμένου να έχουν την εύνοια των προσώπων στα οποία προσκολλούνται δια βίου. Από την πλευρά της η μαμά, ως γνήσια Μαρκησία ντε Μερτέιγ  η οποία ήξερε να παίζει τα παιχνίδια κυριαρχίας στα δάχτυλα, τους πρόσφερε ακούραστα τις φτερούγες της για να κουρνιάζουν ξένοιαστα εκείνοι και να νιώθει κι η ίδια ασφαλής μέσα στην πλήρη παντοδυναμία της. Μόνο που η καημένη η μαρκησία, η μαμά δηλαδή, δεν ήξερε ότι οι αυλικοί είναι στην πραγματικότητα αρρωστημένα τρολ τα οποία δηλητηριάζουν αυτόν που τους προσφέρει άσυλο, ευεργεσίες παντός τύπου και έναν ώμο να ακουμπήσουν και να βγάλουν τα γαριασμένα τους σώψυχα. Αν η μαμά δεν είχε χάσει τα λογικά της, σήμερα δεν θα γνώριζα πόσο αναπόφευκτο είναι για κάθε Μαρκησία ντε Μερτέιγ το γιουχάρισμα. Μόλις την είδανε να πλέει χαμένη και χωρίς σωσίβιο στον μαύρο ωκεανό του μυαλού, οι αυλικοί - τρολ κάνανε το αυτονόητο. Γίνανε όλοι τους πρίγκιπες Βαλμόντ και είπανε με αργή, μα σταθερή φωνή κοιτάζοντάς την με χαιρέκακο οίκτο: «Είναι πάνω από τις δυνάμεις μου».
Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν ακόμα ένα κομμάτι από το σουρεαλιστικό παζλ της ζωής της μαμάς και αναπόφευκτα της δικής μου. Παρακάτω θα κατονομάσω τις πρώην κυρίες της αυλής της μαμάς–κρατώντας την ιεραρχία σπουδαιότητας- ώστε αν βρεθείτε ποτέ στο δρόμο τους να αλλάξετε όχι μόνο πεζοδρόμιο, αλλά και πλανητικό σύστημα.
Φορμόλη: Μια φονική κόμπρα με τσιγαρόβηχα
Μπροστά της ωχριούν όλες οι assassins του Ταραντίνο. Η Φορμόλη είναι μια φονική κόμπρα που αλλάζει μέγεθος και δέρμα ανάλογα με τις προθέσεις της. Γεννήθηκε με μια τσιγαρούμπα να κρέμεται στο υπεραυλακωμένο από τις ρυτίδες στόμα, μωρό τερατούργημα με τσιγαρόβηχα γερονταλικέρη. Η Φορμόλη που λέτε ήταν και παραμένει ατρόμητη. Στα 76 της χρόνια ταξιδεύει αδιάκοπα, στήνοντας εκδρομές με άλλα τρελά γριάδια. Το μοναδικό της πρόβλημα είναι πως δεν ξέρει ποτέ πού ακριβώς βρίσκεται. Όχι γιατί υποφέρει κι εκείνη από την ίδια πάθηση της αδελφής της, αλλά γιατί υποσυνείδητα γνωρίζει ότι κανείς άνθρωπος έχων σώας τας φρένας δεν θα μπει ποτέ στη διαδικασία να ψάξει και να την εντοπίσει. Με αυτή τη λογική μπορεί να βρίσκεται στην Αγία Πετρούπολη αλλά να νομίζει πως βρίσκεται στη Λάρνακα ή να ψάχνει για τυρί Σαν Μιχάλη στις παρυφές του Κιλιμάντζαρου. Η Φορμόλη ήταν το μεγαλύτερο αλάνι που έβγαλε ποτέ η κατοχική αθήνα. Ήταν σου λέει τόσο ατρόμητη που όταν είχε αγκυροβολήσει ένα αμερικανικό κρουαζιερόπλοιο στο Φάληρο λίγο μετά το τέλος της κατοχής, εκείνη, παιδάκιον ακόμα, ανέβηκε στο κατάστρωμα και έκανε βουτιές με τούμπες και κατακόρυφο ώστε οι τουρίστες να την φωτογραφίζουν και να λένε «one more please» και να της κολλάνε τα δολάρια στο μέτωπο.  Χωριό δεν έκανε με τη μάνα μου ποτέ. Στην πραγματικότητα θυμάμαι ομηρικούς καυγάδες μαζί της. Η μαμά βέβαια μέσα της την συμπονούσε και παρά το γεγονός ότι «τσιγαρού την ανέβαζε, αλητόγρια την κατέβαζε», δεν έκανε χωρίς εκείνη. Λίγο να είχε ενδιαφερθεί ο Φρόυντ για τις γυναίκες, σίγουρα θα την είχε βάλει στο στόμα του την Φορμόλη, η οποία εκτός των άλλων, συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά τα οποία η μαμά μισούσε. Πρώτα από όλα, η Φορμόλη λατρεύει το τσιγάρο σε τέτοιο βαθμό που διακυβεύει πως την καλή της υγεία την οφείλει αποκλειστικά στο κάπνισμα. Στο βίντατζ διαμέρισμά της –τη διακόσμηση του οποίου θα ζήλευε το πιο καλτ τεύχος του Maison Decoration-, ακριβώς απέναντι από το Πρώτο νεκροταφείο (μπρρρρρ!) στο Μετς τα πάντα μυρίζουνε ναφθαλίνη με νικοτίνη, μία εσάνς που μπορεί να ναρκώσει ακόμα και ελέφαντα αν τύχει να περνάει απ’ έξω. Κι όταν λέμε όλα, εννοούμε από τα σεντόνια και τις κουρτίνες της μέχρι και τα κατεψυγμένα κρέατα. Πολυσυλλεκτική η ίδια, μαζεύει συστηματικά από τα sixties ως σήμερα από σουβέρ της BRITISH AIRWAYS, μέχρι και κινεζικά χάπια για την καούρα στο στομάχι. Μια σειρά από πορσελάνινα κουκλάκια από ταινίες του Ντίσνεϋ αναπαύονται δίπλα σε λικέρ που έχουν να ανοιχτούν από την εποχή που εμφανιζόταν η Πόπη Αστεριάδη στις μπουάτ –βλέπε ΤΣΙΝΤΣΑΝΟ-, πίνακες αντίκες που θα ήθελε στη συλλογή της και η δούκισσα της Πλακεντίας, αφρικανικά αγαλματίδια για βουντού, ανεμιστήρες οροφής που εκτελούν και χρέη φωτιστικών, κινέζικες πορσελάνες –του τότε-, κινέζικες φοντανιέρες –του σήμερα-, και αρκετούς δεινοσαύρους. Ανάμεσα σε αυτούς και κάτι συγκινητικό: το ταριχευμένο σκαλπ και ένα πορτρέτο φαγιούμ του υπεραγαπημένου της τετράποδου, του Λάκη. Αν αληθεύει ότι τα σκυλιά παίρνουν τους χαρακτήρες των αφεντικών τους, τότε ο μακαρίτης ο Λάκης ήταν ανοιχτό βιβλίο. Μιλάμε για το πιο μαλακισμένο σκυλί που έχεις δει ποτέ. Η Φορμόλη έλεγε ψέματα ότι ο Λακ ήταν λέει τέκελ, αλλά στην πραγματικότητα, ο σκύλος είχε τόσο σχέση με τέκελ όσο το χοτ ντογκ από την καντίνα της Μαβίλη με το σασίμι από το Νόμπου. Το αγαπημένο χόμπι του «Λακούλη», ήταν να δαγκώνει παιδάκια και να τρέμει συνεχώς. Το τρέμουλο υποχωρούσε μοναχά όταν κούρνιαζε ασφαλής μυρίζοντας τα γηρασμένα οπίσθια της Φορμόλης ή όταν έτρωγε καμιά ξανάστροφη μπάτσα από εκείνη. Η ίδια τον αποκαλούσε «ο γιος μου» αλλά δεν δίστασε ούτε στιγμή να του κάνει ευθανασία μετά τη διάγνωση της σκυλοψυχολόγου που τον κούραρε ότι ο Λακούλης υπέφερε από τον φόβο του αιδοίου και πως ο μόνος τρόπος να του περάσει είναι να του κάτσει η μανούλα του στα τέσσερα. Στα ντουλάπια της, η Φορμόλη αποθηκεύει όλη την Κίνα και τον Εύξεινο Πόντο, μαζί με ανθρώπινα οστά και αναμνηστικές φωτογραφίες και ντοκουμέντα από τότε έκανε καριέρα ως μπαλαρίνα-κατάσκοπος-στρίπερ. Δεν πιάνεται φίλη με τίποτα. Κι όσοι νόμισαν ότι πιάνεται αυτή τη στιγμή είναι στο χώμα ή στη φυλακή. 
Η Φορμόλη σε στιγμές χαλάρωσης στο Μεξικό.

Black Nitsa: Ε μουά ζε μ’απέλ μαντάμ Πελαζί.
Η Black Nitsa είναι η μεγάλη αδελφή της μαμάς και δηλωμένη φορμολική. Ζει στην Αμερική και ήταν παντρεμένη με έναν μαύρο αξιωματικό του αμερικανικού στρατού. Λέω ήταν γιατί τώρα αυτός βρίσκεται στα θυμαράκια κι εκείνη ζει τη ζωή από την αρχή. Είναι εξαιρετική κοπτοραπτού και στα νιάτα της έραψε φορέματα για μεγάλες Ελληνίδες ηθοποιούς. Με σχέδια που θα ζήλευε και ο Μπαλενσιάγκα και με μια άκρατη ροπή προς τον φουτουρισμό άρχισε να σχεδιάζει κάσκες και μίνι, να βλέπει την Οδύσσεια του Διαστήματος του Κιούμπρικ και να τρέφεται αποκλειστικά με κάψουλες. Η περιβόητη δίαιτά της -την οποία ονόμασε δίαιτα του αστροναύτη - έκανε τόση θραύση, που αποφάσισε να πουλήσει τα πνευματικά δικαιώματα στη ΝΑΣΑ, η οποία την έκανε πάμπλουτη. Από τότε ζει στο κτήμα της στο Μέριλαντ φυτεύοντας βιολογικές ντομάτες, φτιάχνοντας καλαμποκόπιτες και διοργανώνοντας σκληρά SNM ομαδικά όργια με Αμερικανούς μαύρους πεζοναύτες –το τελευταίο για να αποδώσει φόρο τιμής στο μακαρίτη τον άντρα της που ήταν κι αυτός του στρατού.
Η Μπλακ Νίτσα ήταν εκείνη που σε τρυφερή ηλικία μου έμαθε τη σημασία της σωστής ραφής στο ρούχο και των ασκήσεων Κέγκελ. Σήμερα, παρά τα 125 της χρόνια παραμένει κοκέτα και δίνει πρωταρχική αξία στο καθημερινό της μποτέ. Γι’αυτό, αν και με Πάρκινσον, κάθε πρωί που ξυπνάει τραβάει μια γραμμή με το eyeliner, η οποία είναι τεθλασμένη και πηγαίνει ζιγκ ζαγκ, όπως και τα αποτελέσματα του καρδιοτοκογράφου με τον οποίο είναι συνδεδεμένη. Όταν έμαθε τα άσχημα νέα για την αδελφή της, πήρε το πρώτο αεροπλάνο, ήρθε στο σπίτι και -χωρίς δεύτερη κουβέντα- αφού πρώτα έδωσε στη μαμά μια σφαλιάρα που της χρωστούσε από κάτι παλιούς ανοιχτούς λογαριασμούς ξεχασμένους στο συρτάρι, στη συνέχεια άρχισε να της βάζει όπως όπως, eyeliner και να της βάφει τα ασημένια της μαλλιά με μια Garnier Fructis Dark Brown. Έφυγε για την Αμερική κατασυγκινημένη που η μαμά δεν την έστειλε στο γεροδιάολο που την έκανε καραγκιόζη, δίνοντάς μου δυο χρυσές συμβουλές: Να φροντίζω να μην αφήνω τη μαμά στιγμή χωρίς eyeliner και να μην ξεχάσω να δώσω στο αιδοίο μου το σχήμα των αρχικών μου. Κ. Α. όπως Κόρη Ακαμάτρα.
Η χριστουγεννιάτικη κάρτα που μας έστειλε η Black Nitsa.



Ποια Ελένη; Μια μικρή, ψυχρή πράκτορας
Αν ισχύει ότι όλες οι οικογένειες έχουν ένα καλά κρυμμένο μυστικό, η δική μου οικογένεια έχει την Ποια Ελένη. Ζει κι αυτή στην Αμερική και συγκεκριμένα στο Σαν Φρανσίσκο γιατί καταρχάς είναι χίπισσα και κατά δεύτερον γιατί οι δουλειές της (καλλιέργεια ινδικής κάναβης) την κρατούν εκεί.  Η Ποια Ελένη φρόντισε από τρυφερή ηλικία να γίνει η προτεζέ και προσωπικός χαφιές της μαμάς. Δηλαδή, έδινε πληροφορίες με αντάλλαγμα να μεσολαβήσει η μαμά για να μην την πουλήσει η Μπλακ Νίτσα στην Τσάινατάουν και κυρίως να μην της φορέσει κι αυτής eyeliner. Όσο η μαμά εκτελούσε χρέη Μαρκησίας ντε Μερτέιγ, η Ποια Ελένη έλεγε πως μας αγαπούσε. Στην πραγματικότητα ήταν διπλός πράκτορας και δούλευε μυστικά και για την Φορμόλη η οποία της είχε υποσχεθεί πως αν την έβρισκε κάτι κακό στα νησιά Παπούα τότε η Ποια Ελένη θα κληρονομούσε έναν ολόκληρο ανεμιστήρα – φωτιστικό οροφής της βίλας τρομάρα. Όταν η μαμά έπαθε το ευτράπελλο και μπροστά στον κίνδυνο που λέγεται Μπλακ Νίτσα η Ποια Ελένη αποκάλυψε με σαρδόνιο χαμόγελο τα σατανικά της σχέδια. Μπροστά στο τίμιο ξύλο που έπρεπε να της δώσουμε έπεσε στο πάτωμα βγάζοντας αφρούς και φωνάζοντας: «Στον κώλο σου Παππααααά».
H "Ποια Ελένη;" τον καιρό που εργαζόταν στις Μυστικές Υπηρεσίες.


Georgette Μoustakis: Μια φίλη με αρχίδια
Οι συγκυρίες έκαναν την Zορζέτ Μουστακίς και τη μαμά να γίνουν οι καλύτερες φίλες. Η Ζορζέτ είχε κάτι μουστάκια και κάτι γένια πιο μακριά κι από γιόγκι δεξιοτέχνη του σιτάρ και δεν μπορούσε να κάνει κάτι γι’ αυτό γιατί η μητέρα της δεν την άφηνε να τα ξυρίσει. Μέχρι που η μαμά της έδωσε το Ζιλέτ του μπαμπά, το πινέλο και μια Κολινός και της είπε:"Παιδί μου, ήρθε η ώρα να κάνεις την επανάστασή σου". Αυτό ήταν. Από τότε μια φιλία κατάφερε να γεννηθεί. Η Ζορζέτ με δάκρυα στα μάτια έπλυνε τα πόδια της μαμάς και της τα σκούπισε με τις τρίχες της μακριάς γεννειάδας που είχε πέσει στο πάτωμα. Στο εξής η μαμά, θα έλεγε πως η Ζορζέτ θα ήταν κι αυτή κόρη της και η Ζορζέτ στο πρόσωπο της μαμάς θα έβλεπε μια αληθινή, άτριχη μητέρα. Μέχρι που το αλτσχάιμερ χτύπησε την πόρτα της μαμάς και τότε, πάνω στη θολούρα της, τη φώναξε «καλώς τη μουστάκω». Αυτό ήταν. Από τότε η Ζορζέτ παλινδρόμησε και έκανε όρκο να μην ξαναπιάσει Ζιλέτ στα χέρια της αν η μαμά δεν το πάρει πίσω. Θα περιμένει πολύ.
Η Ζορζέτ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.



2 σχόλια:

  1. Αυτό το κείμενο θα ήθελα να κρατήσει για πάντα! Κλαίω από τα γέλια. Ο Συνασπισμός της Γριάς και της Προόδου.
    Manos L.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αν είχατε τόσο τερατώδες πλανητικό κάρμα σαν το δικό μου και πέφτατε στο διάβα τους, σας διαβεβαιώ πως θα είχατε ένα σωρό λόγους για να κλάψετε. Όπως έγραψα, οι γριές αυτές κάνουν τις εκτελέστριες του Ταραντίνο να μοιάζουν με κλαίουσες παρθένες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή