Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Μετάλλαξη

Σήμερα έλαβα αυτό το γνωστό συνομωσιολογικό και άκρως καταστροφολαγνικό mail που κυκλοφορεί και αναφέρεται στον κώδικα alimentarius.
Σύμφωνα με τον άκρως οργουελικό χαρακτήρα του mail, σε λίγα χρόνια ολόκληρος ο πληθυσμός της γης θα ελέγχεται μέσω της διατροφής. Οι σατανικοί εγκέφαλοι των μυστικών λεσχών της γης (αυτοί που κρύβονται πίσω από τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες), οι ίδιοι οι πρώην ναζί που τόσο λατρεύει να προβάλλει στις καλτ εκπομπές του ο Χαρδαβέλλας (miss him already) κάθησαν λέει και σκέφτηκαν ότι μέσω ενός στρατού καταγεγραμμένων προϊόντων θα μας μετατρέψουν όλους σε πειθήνια όργανα, τύφλα να χουν οι χορτοφάγοι βουδιστές σε κατάσταση διαλογιστικής νιρβάνας. Φυτοφάρμακα, τοξίνες, δηλητηριώδεις ορμόνες, όλα θα επιστρατευτούν στη νέα σύμβαση που θα υπογράψει η Ελλάδα με την Ε.Ε. εξαιτίας της οποίας θα τρώμε μόνο γιγάντια μπρόκολα, λουκάνικα με ουρές και φτερωτές αγελάδες με λέπια.
Ακόμα και έτσι να είναι, εγώ δεν έχω να φοβάμαι τίποτα.  Στην ανάπτυξή μου, η μαμά με γαλούχησε με τόσες διατροφικές υπερβολές ώστε ακόμα και αν σήμερα με βουτήξεις σε μια πισίνα γεμάτη με ορμόνες και φυτοφάρμακα, εγώ όχι μόνο θα βγω αλώβητη, αλλά και ανανεωμένη λες και βγήκα από τη μαρμίτα της La Prairie. Φυσικά, η δεκαετία του 80 -κατά την οποία ήμουν στην ανάπτυξη- ήταν γνωστή για τις υπερβολές της. Ακόμα και διατροφικά, επικρατούσε το μεγαλείο του κιτς. Τα πιτσίνια, τα φουντούνια, το νες κουίκ και το μίλκο φράουλα, αλλά και οι πίτες για σουβλάκια παρατάχτηκαν σε στρατιωτικές αρμάτες στα ντουλάπια της κουζίνας ώστε αν εισβάλλουν οι Τούρκοι στο Αιγαίο (μόνιμος φόβος της μικρασιάτισσας γιαγιάς τον οποίο μετέδιδε ογδόντα φορές την ημέρα και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας) να την βγάλουμε καθαρή.
Στην ίδια ανέμελη λογική, μια σειρά από λάθη, διατροφικά και μη που σήμερα θα ξεσήκωναν από διατροφολόγους έως και κοινωνικούς λειτουργούς, αποτέλεσαν τη βασική αιτία για να είμαι σίγουρη πλέον, πως η μαμά, δεν μεγάλωσε παιδί, αλλά μια κατσαρίδα που θα επιβιώσει όχι μόνο από τον κώδικα αλιμεντάριους, αλλά και από επικείμενο πυρηνικό ολοκαύτωμα. Έχουμε και λέμε λοιπόν (bring it on bitch):

Νουνού όμως ένα
Ακόμα και πριν λίγο καιρό, δύσκολα θα έπειθε κανείς τη μαμά ότι το φρέσκο γάλα είναι καλύτερο από το συμπυκνωμένο. «Το πηχτό γάλα είναι καλύτερο, όχι αυτά τα νεροξεπλύματα τα λάιτ» έλεγε με στομφώδη ρητορεία στο αφοπλιστικό ερώτημα γιατί δεν παίρνουμε κι εμείς το γάλα στο χάρτινο κουτί που ήδη σηματοδοτούσε την έναρξη της τετρα πακ εποχής. Το νουνού για τη μαμά ενσάρκωνε μια πηχτή ευημερία. Ίσως γιατί στην παιδική της ηλικία το γάλα ήταν δυσεύρετο και έπρεπε η μητέρα της να θρέψει τα παιδιά της με χαμομίλια και τσάγια, ίσως γιατί το νουνού ήταν το μόνο πολυδιαφημισμένο γάλα στα 80’ς, η μαμά το πίστεψε και μας έβαζε να το πίνουμε με τόνους κακάο αγορασμένο λαθραία από την αμερικανική βάση (το λεγόμενο πι-εξ). Το συγκεκριμένο κακάο τόσο για την εποχή του, όσο και για σήμερα ήταν πολλά κυβικά. Επεξεργασμένο, με περιττή ζάχαρη και σε σούπερ ντούπερ συσκευασία πολύ μπροστά από αυτή του ελληνικού νες κουίκ. Χάρη στην καθόλα χημική του σύσταση, μπορούσε να αναμειχθεί τέλεια, τόσο σε κρύο γάλα (νουνού οφ κορς) , όσο και σε ζεστό και αποτελούσε ένα ιδανικό πρωινό –διόλου- υψηλής βιολογικής αξίας. Τέλειο σε γεύση, γεμάτο λιπαρά και περιττούς υδατάνθρακες.
Η μόνη φορά που η μαμά γύρισε την αυτοκρατορική της πλάτη στο νουνού ήταν τότε στο τσέρνομπιλ που λόγω φόβου για διοξίνες (ένας θεός ξέρει γιατί) το γύρισε για μια βδομάδα στο βλάχας. Και πάλι όμως, μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό. Ακόμα και τότε αντιστάθηκε σθεναρά στο φρέσκο και δη, στο λάιτ. «Αυτές είναι σωστές μπασκλασαρίες» έλεγε γεμάτη περηφάνεια που εξασφάλιζε στο ανοσοποιητικό μου σύστημα το καλύτερο. Για ένα περίεργο λόγο, τα δόντια μου και τα οστά μου δεν μασάνε μία. Πριν από χρόνια έσπασα δύο πλευρά κι όμως κατάφεραν πολύ γρήγορα να αποκατασταθούν, ενώ τα δόντια μου, παρά τις once in a lifetime επισκέψεις στον οδοντίατρο εξακολουθούν να μασάνε γερά με τσαμπουκά. Κι ως σήμερα, που έχω μεταλλαχθεί σε health freak, χρησιμοποιώ εβαπορέ αποκλειστικά στο μαύρο τσάι και τον γαλλικό καφέ. Ντρέπομαι που το λέω αλλά μόνο αυτό μου φαίνεται γευστικό.

Η πορτοκαλάδα πριν τον Φίλιπ Σταρκ
Στην επιστροφή της από κάθε ταξίδι που έκανε για να επισκεφτεί τις αδερφές της στην Αμερική η μαμά εφοδίαζε το ψυγείο με όλα τα απαραίτητα που χρειάζεται μια οικογένεια για να στηρίξει τις απαρχές της μεσογειακής διατροφής: ζωμούς κότας και βοδινού και πορτοκαλάδες σε σκόνη. Για τα πρώτα ήταν ανένδοτη. Έλεγε πως σε αντίθεση με τους ελληνικούς κύβους, οι αντίστοιχοι αμερικανικοί (σε φακελάκια προχώ για την εποχή) ήταν απολύτως ασφαλείς, γεμάτοι γεύση και υγεία. Κι ήταν τέτοια η εμμονή της με αυτούς που τους κότσαρε παντού. Από σούπες κονσομέ μέχρι στον κιμά για μακαρόνια. Τους φύτευε μέσα στην κατσαρόλα με ύφος αλχημίστριας που περίμενε να δει από στιγμή σε στιγμή να φυτρώνει χρυσάφι. Είδα κι έπαθα να ξεφορτωθώ από το ψυγείο μου τους κύβους από την Αμερική. Όταν δεν ταξίδευε εκείνη εκεί, τους παρήγγελνε από τους συγγενείς της και αν διαπίστωνε πως δεν είχα στο ψυγείο μου, την έπιανε πανικός και μου τους έφερνε σε ντουζίνες. Σήμερα, πολλά χρόνια αργότερα η εμμονή της αυτή δικαιώνεται. Σε εστιατόριο υψηλής γαστρονομίας πολλών σκούφών διαπίστωσα μια μέρα πως η σάλτσα του πιάτου περιείχε μια γεύση ιδιαίτερα γνώριμη. Μπορεί να μην με λένε Άρη Πετρετζίκη, αλλά κάτι ξέρω κι εγώ.
Οι πορτοκαλάδες σε σκόνη ήταν ακόμα μια ανακάλυψη της μαμάς. Βασικά, η σειρά περιελάμβανε και λεμονάδες καθώς και την σούπερ αγαπημένη μου γεύση βατόμουρου. Τις διέλυες σε κρύο νερό και voila, είχες μια καλοστημμένη και βαθιά ελληνική βατομουράδα γεμάτη, εχμ, βιταμίνη; Όπως και να έχει, οι χυμοί σε σκόνη σηματοδότησε την έναρξη της εμμονής μου με τις βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία. Σήμερα, κάθε φορά που πρέπει να πλύνω τον ντιζαϊνάτο λεμονοστύφτη του –απατεωνίσκου- Φίλιπ Σταρκ ύστερα από το στίψιμο πορτοκαλάδας, αναπολώ τις primitive εποχές που η πορτοκαλάδα ήταν σε μορφή σκόνης. Και να φανταστείς πως τότε δεν ήθελα ούτε να την μυτιάσω.

Πυρ και μανία
Κάθε καλοκαίρι έπιανα ψείρες. Μου της κολλούσε συστηματικά η Λέτα που ήταν υπεράνω πάσης υποψίας και γι’ αυτό κατηγορούσαμε όλη τη Στέλλα που ήταν λαϊκιά κι ελαφρώς μπιχλιάρα. Η μαμά καρτερικά με ξεψύριαζε κάτω από το ολόγιoμο φεγγάρι και παρά τα μπινελίκια που άκουγα λες και ήταν επιλογή μου να γίνω η σποιτονοικοκυρά στο κοινόβιο των ζωύφιων, πιστεύω ακράδαντα πως ένα κομμάτι μέσα της το ευχαριστιόταν. Ως γνήσια οσιομάρτυρ φρόντιζε να μου υπενθυμίζει πως άλλες μάνες βάζουν στο παιδί τους ένα σαμπουάν και δεν ασχολούνται. Όχι όμως αυτή. Την ώρα που έσπαγε την ψύρρα με το νύχι της πιστεύω ότι έπαιρνε την ίδια ευχαρίστηση που παίρνει κανείς όταν σπάει τις φυσαλίδες από τα χαρτιά περιτυλλίγματος, ενώ με χαρακτηριστικές τσιρίδες που θα δικαιολογούνταν  μόνο αν έσκαγε ο Αρμαγεδών στη γη σαν καρπούζι, διαχώριζε τα παράσιτα σε ψείρες και κόνιδες. Μέχρι την αποφράδα μέρα της δευτέρας δημοτικού που ανακάλυψε πως ξανακόλλησα ψείρες. Τότε ήταν που αποφάσισε να δράσει αποτελεσματικότερα, παίρνοντας τον νόμο και την τύχη του τριχωτού της κεφαλής μου στα χέρια της. Έτσι, αφού με ψέκασε καλά καλά με το μπαϊγκόν με έλουσε με πετρέλαιο (τότε ακόμα το πετρέλαιο υπήρχε σε αφθονία σε κάθε ελληνικό σπίτι) και μου έβαλε κι όλο το βράδυ ένα φακιόλι για να σιγουρευτεί πως μέχρι το πρωί θα είχαν εξολοθρεφτεί όλες. Την επόμενη μέρα, είχαμε τα αποκαλυπτήρια. Μου έβγαλε το φακιόλι και με δάκρυα στα μάτια και ύφος Αστέρως αντίκρισε τον κρανίου τόπο που δημιούργησε ως άλλη εκδοχή του Νέρωνα στο κεφάλι μου. Ποιο κεφάλι, δηλαδή, αλλά ό, τι είχε μείνει τελικά από αυτό. Είχε μάλιστα το θράσσος να πάει στη δασκάλα και να της πει ότι στην τάξη υπάρχουν ψειριάρικα που εξαιτίας  τους έκαψε το παιδί της. «Μα κυρία μου», της είπε η δασκάλα, «αυτό το φαινόμενο συμβαίνει συχνά στα δημοτικά, και δη στα δημόσια σχολεία».  Πήγαινε γυρεύοντας για την απάντηση της μαμάς που δεν ήταν άλλη από...
 -«Πφφφφφφ»...

Μπανάκι μανάκι
Το να κάνεις μπάνιο τη δεκαετία του 80 στον Άλιμο ήταν κάτι το συνταρακτικό κι αυτό γιατί μιλάμε για την προ – ψυταλλειακή εποχή. Έτσι την ώρα που κολυμπούσες αμέριμνος μπορούσες να δεις μια ολόκληρη σκατούλα (σικ) να εκβάλλεται από τους αγωγούς λοιμμάτων της Νεράιδας που καταλήγανε με γάργαρη φυσικότητα εκεί που επιπλέεις κι εσύ. Την ίδια στιγμή οι γριές στα ρηχά φροντίζανε να κρατάνε το νερό σε θερμοκρασία δωματίου, ενώ ανεξήγητα τεράστια χόρτα δίνανε μια εξωτική όψη κοραλλιογενούς υφάλλου στο Καλαμάκι. Το εξωτικό σκηνικό συμπλήρωναν αυτές οι διάφανες τσούχτρες που όσο άκακες έδειχναν, τόσο αηδιαστικές ήταν. Με τα χρόνια ανακάλυψα, ότι είμαι ιδιαίτερα ανθεκτική απέναντι σε πάσης φύσεως δερματικές παθήσεις. Αν τύχει να κάνεις καμιά βόλτα στην πλαζ του Αλίμου το καλοκαίρι θα συνειδητοποιήσεις πως τα νερά, παρά τον βιολογικό –λέμε τώρα- καθαρισμό που έληξε άδοξα διατηρούν ένα ανεξήγητο θολό, σιχαμένο χρώμα που μάντεψε κιόλας, βρωμάνε. Ε, αυτό πολλαπλασίασέ το επί δέκα.

Πυρηνική δοκιμή
Τρία ήταν τα συγκλονιστικά γεγονότα που θυμάται κάθε παιδί που πήγαινε δημοτικό τη δεκαετία του ’80. Ο κομήτης του Χάλεϋ, το Τσάλεντζερ και το Τσέρνομπιλ. Όταν συνέβη το δυστύχημα στον αντιδραστήρα, τα περισσότερα παιδιά στη γειτονιά κλειδαμπαροθήκανε στο σπίτι τους εξαιτίας του τρόμου πως θα βγάλουν ουρές και λέπια. Ο αέρας λέγανε πως θα έφερνε το ραδιενεργό υλικό και στην Ελλάδα και αυτό ήταν μια καλή αφορμή για την μαμά να με στρώσει στις επαναλήψεις.  Αλλά φευ! Κάποια στιγμή το έσκασα από τα μάτια της και βρέθηκα με ένα άλλο κοριτσάκι από τη γειτονιά να παίζουμε ένα παιχνίδι στο οποίο ήμασταν οι διασωθέντες μιας μεγάλης καταστροφής. Για του λόγου το αληθές κατασκευάσαμε μια τέντα από χαρτόνια και κρυφτήκαμε μέσα αφήνοντας χώρο στη δημιουργική φαντασία. Έξω, το τοπίο ήταν μαγευτικό. Η ησυχία του απογεύματος μαρτυρούσε κάτι αποτρόπαιο, ενώ δυο κοριτσάκια παίζανε γλυκά. Όσο γλυκά φυσούσε και το φρέσκο αεράκι που ερχόταν από την Ουκρανία.
Με τον καιρό έγινα σωστή μουτζαχεντίν της υγιεινής διατροφής. Καλλιεργώ κεφίρ και ρίζες αλφάλφα, και ορκίζομαι στα ω3, τις πολυφαινόλες και τα αντιοξειδωτικά. Μα κάπου κάπου πιάνω τον εαυτό μου στις τέσσερις τα ξημερώματα, σαν υπνοβάτης χωρίς συναίσθηση ευθύνης να ψάχνει τα ντουλάπια μήπως και ξεβράσουν κανένα σιχαμένο, λιπαρό ζαχαρούχο. Τότε δεν μπορούσα ούτε να το δοκιμάσω χωρίς αποστροφή. Σήμερα, για λόγους που φλερτάρουν με την παραδοσιακή ψυχανάλυση το έχω ανάγκη, έτσι να ξεπλυθεί το σύστημα από την αλλόγιστη χρήση πράσινου τσαγιού και πιπερόριζας. Που και που, έστω.


6 σχόλια:

  1. Μπαιγκόν: μεγαλώνει γερά μυαλά! :-)
    Και μία κοινωνική καταγγελία: ο λεμονοστύφτης του Philippe Strarck είναι ένα άχρηστο πράγμα και μισό. Στύβεις ένα τόσο δα λεμονάκι και ο πάγκος της κουζίνας μετά μοιάζει λες και δέχτηκε την επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά. Μακελειό. Χώρια που μέσα στο ποτήρι μαζί με το χυμό πέφτουν και τα κουκούτσια. Design αλητείες της Alessi.

    Y.Γ.1. Η δική μου μητέρα στο Τσερνόμπιλ μας το γύρισε σε Αγροκτήματα Αρόζα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ο λεμονοστύφτης του Σταρκ είναι τόσο αναξιόπιστος, όσο και οι αναρρίθμητες δηλώσεις του περί μόνιμης συνταξιοδότησης. Θα χαρώ πολύ να μην δω ξανά ούτε μια κουλεμασιόν συσκευή. Απατεώνας μέγας κι αυτός κι ο φίλος του ο Άραντ.

    Αρόζα: Το γάλα του παιδιού σε τιμή παραγωγού. στο κουτί βλαχάρες αγελαδίτσες βοσκοβολούσαν σε φολκλορικές εκτάσεις με ύφος Βερθερικό. Ο ολλανδικός ρομαντισμός σε εβαπορέ προεκτάσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Άκου κει σε ξεψύριαζε κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι. Κόρη Ακαμάτρα με φτιάχνεις τρελά ΛΕΜΕ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Το κείμενό σου είναι το ωραιότερο διάλειμμα που έκανα σήμερα στο γραφείο. Κρίμα που δεν το διάβασα μεσοβδόμαδα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Στις αρχές της δεκαετίας του '80 γεννήθηκα, οπότε όλα αυτά τα έχω ακουστά. Γέλασα με το κοριτσάκι που παίξατε ένα παιχνίδι όπου ήσασταν οι διασωθέντες της καταστροφής. Πόσο διαφορετικά μπορεί να αντιδράσει ένα παιδί στην 'επικείμενη' καταστροφή από όλους τους μεγαλύτερους.. Η διαφήμιση για το Νουνου, είναι εντελώς σουρεάλ :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Roadartist, η δεκαετία του 80 ήταν ούτως ή άλλως μια συστηματική προπόνηση (κυρίως διατροφική στην δική μου περίπτωση) για το 2012 ή για άλλες ημερομηνίες συμπαντικής καταστροφής. Έφαγα μπαϊγκόν, πιτσίνια και πλαζ Αλίμου -προ βιολογικού καθαρισμού-σε ισόποσες δόσεις και είμαι ακόμα εδώ (εγώ και η ουρά μου).
    Δεν ξέρω τι είναι πιο σουρεάλ: Η διαφήμιση του Νουνού ή η συνοικία το Όνειρο που χτίσαμε με χαρτόκουτα εγώ και η φίλη μου η Δέσποινα προκειμένου να αναβιώσουμε το 28 μέρες μετά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή